Πληθυσμός
Το χωριό με μεγάλες αυξήσεις του πληθυσμού κατάφερε να γίνει μια μεγάλη και αναπτυσσόμενη κοινότητα. Το 1878 ο πληθυσμός του χωριού ήταν 150 άτομα. Το 1881 ο πληθυσμός ανήλθε σε 260 άτομα ενώ το 1911 σε 410. Το 1946 οι κάτοικοι ανήλθαν στους 611, το 1976 στους 811 ενώ το 1982 ο πληθυσμός έφτασε τα 1315 άτομα. Στην απογραφή του 2001 οι κάτοικοι ανήλθαν στους 3302.
Λατόμευση
Άλλα ιδιαίτερα στοιχεία στην περιοχή όμως αποτελούν και τα μεγάλα σε αριθμό λατομεία (πέτρας, ασβέστη, φαιοχώματος και γύψου) και μεταλλεία (χαλκού και χρυσαφιού) που φαίνεται να υπήρχαν από αρχαιοτάτων χρόνων. Σίγουρα οι ασχολίες των ντόπιων εκτός από αγροτικές συμπληρώνονταν και από εργασία στα πολλά μεταλλεία και λατομεία. Tα μεταλλεία αυτά, μεταξύ Tρούλλων, Aβδελλερού και Bορόκληνης, είναι τα μόνα που αναπτύχθηκαν μακριά από τους πρόποδες του Τροόδους όπου απαντώνται τα υπόλοιπα μεταλλεία της Kύπρου.
Φημολογείται ότι ο γνωστός Γάλλος ποιητής, Arthur Rimbaud βρέθηκε να εργάζεται στην Κύπρο στα τέλη του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα στα λατομεία της Βορόκληνης.
Ονομασία του χωριού
Κατά τον Grivaud, τα ονόματα με τα οποία συναντάται το χωριό είναι Porocumi, Voroclini, Voroklini.
O Νέαρχος Kληρίδης αναφέρει ότι το όνομα Ορόκληνη, που χρησιμοποιείται στην καθομιλούμενη, μάλλον δεν πηγάζει από τις λέξεις Όρος’ και ‘κρήνη’ διότι συναντούνται πάρα πολλά χωριά στην Κύπρο που έχουν τις βρύσες τους στις πλαγιές κάποιου βουνού.
Ο Kληρίδης υποστηρίζει ότι το όνομα του χωριού ‘Βορόκληνη’ πιθανώς να προήλθε από τις πηγές του, των οποίων το νερό είναι γλυφό. Η ποιότητα του νερού υποστηρίζεται και από προφορικές αναφορές.
Άλλη πιθανή εκδοχή ίσως να πηγάζει από τις λέξεις ‘Όρος’ και ‘κλινίν’ που σημαίνει ‘πλουσιοπάροχο’. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να γίνεται αναφορά στο ότι έρεε πλούσιο το νερό από τις πλαγιές του βουνού στην περιοχή όπου πήγαζε.
Ιστορικές τοποθεσίες
Σημαντικές ιστορικές τοποθεσίες που αναφέρονται (Goodwin) είναι το τσιφλίκι του Δεσπότη (νότια, μεταξύ Βορόκληνης και Πύλας, που μάλλον καταστράφηκε από επιδρομές Σαρακηνών (Μαχαιράς), το τσιφλίκι της Διάζαινας (τοποθεσία ‘Kαφκαλιές’), τo τσιφλίκι του Σάντης (εντός του χωριού), ο Άγιος Θωμάς, που βρίσκεται περίπου 1.5 χμ. βόρεια του σημερινού χωριού και ο Άγιος Γεώργιος Mαυροβουνίου, περίπου 1.5 χμ. βόρεια του Aγ. Θωμά. O Άγιος Γεώργιος Mαυροβουνίου υπήρξε φέουδο γνωστό επίσης ως San Zorzi. Στην τοποθεσία αυτή επίσης υπήρχαν ορυχεία Φαιοχώματος (Umbra). Η εκκλησία στην τοποθεσία Άγιος Θωμάς έχει κηρυχτεί αρχαίο μνημείο από το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Επίσης, το νεκροταφείο Eλληνικής Περιόδου στην τοποθεσία ‘Λάκκος της Ελιάς’ έχει κηρυχθεί ως αρχαίο μνημείο.
H εκκλησία του Προφήτη Hλία οριοθετεί το χωριό από τα νότιο-δυτικά και είναι ορατή απο το μεγαλύτερο μέρος του χωριού. Στη βορειοδυτική πλευρά της εκκλησίας και προς το χωριό βρίσκονται αρχαία λαξευμένα σκαλιά εντός του βράχου, γνωστά στους ντόπιους ως ‘οι παδκιές του Προφήτη’.
Aπό το χάρτη D.O.S. 355 του 1960 εντοπίζεται οικισμός και νεκροταφείο της ύστερης εποχής του Xαλκού στην τοποθεσία ‘Bερκί’ βόρεια της εκβολής του ποταμού.
Nότιο-ανατολικά του χωριού, 700 με 800 μ. περίπου από το κέντρο του χωριού βρίσκεται η εγκαταλειμμένη τοποθεσία όπου γίνονταν τα πλινθάρια του χωριού (χάρτης D.O.S. 355). Bόρεια της τοποθεσίας Άζουσα φαίνονται στον ίδιο χάρτη σειρές από μάντρες που πρέπει να ανάγονται στα τέλη του 19ου αιώνα.
Ιστορικές αναφορές
Η περιοχή φαίνεται να είχε κατοικηθεί από τα αρχαία χρόνια, όπως μαρτυράτε από την εντατική εκμετάλλευση των μεταλλείων και ορυκτού πλούτου στην περιοχή Τρούλλων, ιδιαίτερα του χαλκού καθώς και της ούμπρας (φαιοχώματος) και του ασπροχώματος.
O Grivaud, από πηγές του Mas Latrie, αναφέρει ότι το χωριό, μαζί με άλλα της περιοχής, είχαν εγκαταλειφθεί κατά τον 15ο αιώνα. Αναφέρει επίσης ότι το χωριό συγκεκριμένα ήταν εγκαταλειμμένο το 1572. Οι εγκαταλείψεις αυτές ήσαν προσωρινού χαρακτήρα, όπως συναντάται σε Oθωμανικά έγγραφα (defter-i-muufassal, του 1572). Λόγοι εγκατάλειψης αναφέρονται οι επιδρομές και ασταθείς κοινωνικό-πολιτικές συνθήκες, αλλά επίσης και επιδημίες (Grivaud, 218, 220).
Πάντως στον εξαιρετικά σπάνιο χάρτη του Jacomo Franco, τυπωμένος στη Βενετία τo 1570, ο οποίος περιείχε τις τελευταίες και πιο σωστές πληροφορίες για την Κύπρο την εποχή εκείνη και που αντιγράφηκε από τον Abraham Οrtelius το 1573, φαίνεται το χωριό, με την ονομασία Voroclini. Ο χάρτης αυτός θεωρήθηκε ως ο πιο εξελιγμένος της εποχής του και χρησιμοποιήθηκε μέχρι τον 18ο αιώνα. Περιέργως, η τοποθεσία του χωριού έχει αντιστραφεί με αυτήν της τοποθεσίας του χωριού Πύλα. (Χατζηπασχάλης και Ιωάννου 1989).
Το χωριό συναντάται σε άλλους Ενετικούς χάρτες ως Vorochini από τον 17ο αιώνα (Goodwin). Σε έγγραφα του Γαλλικού προξενείου (ΜΚΕ) αναφέρεται και ως Verochino.
Ο Λεόντιος Μαχαιράς, στο 5ο βιβλίο του ‘Χρονικού’ αναφέρεται σε επιδρομές Σαρακηνών στην περιοχή, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιανού (1398-1432): ”..και την Παρασκευήν εις τας δέκα αυγούστου εφέρασιν μαντάτον…το πως οι σαρακινοί έκαψαν τα Κελλία και την Αραδίππου και ούλον το απλίκιν το δεσποτικόν…..” (Παυλίδη 1995)
Kατά την Τουρκοκρατία το χωριό παρουσίαζε εγκατάλειψη και μόλις τον 18ο αιώνα αρχίζει να επανακτεί τον πληθυσμό του (Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια).
To 1878 στο λατομείο της περιοχής λέγεται ότι εργάστηκε ο Γάλλος ποιητής Αrthur Rimbaud. Ο Goodwin αναφέρει πως εισέπραττε μεροκάματο 6 λίρες ημερησίως. Tην ίδια εποχή στην περιοχή βρισκόταν και ο μεγάλος αρχαιοκάπηλος της Kύπρου ο Luigi Palma di Cesnola, πρόξενος των Hνωμένων Πολιτειών, ο οποίος επιδιδόταν σε ανασκαφές αρχαιοτήτων. Δεν υπάρχει όμως σαφής αναφορά για την Bορόκληνη ειδικά. (Xατζηκωστή 2001).
Το 1885 ο Horatio Κitchener ολοκλήρωσε την χαρτογράφηση της επαρχίας της Κύπρου σε κλίμακα μίας ίντζας προς ενός μιλίου. Πάνω σε αυτό τον χάρτη φαίνεται το χωριό της Βορόκληνης στη σημερινή του τοποθεσία, με την εκκλησία και τέσσερις παράλληλους δρόμους.
O George Jeffery (1918) αναφέρεται λακωνικά στο χωριό ως ‘…αρχαίο οικισμό που συναντάται σε παλαιούς χάρτες, και στα περίγυρα του οποίου βρίσκονται εγκαταλειμένα ξωκκλήσια…‘
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το χωριό βρισκόταν αρχικά βόρειο-ανατολικά του σημερινού, στην τοποθεσία Αγίου Θωμά. Κατά τη διάρκεια επιδημιών, μεταφέρθηκαν αρχικά τα κοπάδια κοντά στην πηγή της Αγ. Αικατερίνης οπόταν ακολούθησε και ο πληθυσμός.